Στο πιο απομακρυσμένο σημείο της τροχιάς που κάνει γύρω από τον Ήλιο και το οποίο ονομάζεται «αφήλιο» θα βρίσκεται η Γη μας απόψε, στις 6:00 . Θα βρίσκεται δηλαδή 5 εκατομμύρια χιλιόμετρα περίπου πιο μακριά από το πλησιέστερο σημείο της τροχιάς της που ονομάζεται «περιήλιο» και το οποίο συνέβη στις 7:00 το πρωί στις 2 του περασμένου Ιανουαρίου.
Με άλλα λόγια, δηλαδή, η απόσταση της Γης από τον Ήλιο δεν παίζει κανένα ρόλο στην θερμοκρασία που επικρατεί στον πλανήτη μας, αλλά αντίθετα είναι η κλίση που έχει ο άξονας της Γης στην οποία οφείλεται η εναλλαγή των εποχών. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.
Για το φυσικό αυτό φαινόμενο μας μιλά ο Διονύσης Π. Σιμόπουλος Διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου: «Ίσως να μη το γνωρίζετε αλλά η ταχύτητα με την οποία κινείται ένας πλανήτης γύρω από τον Ήλιο καθορίζεται αυστηρά από την απόσταση που έχει από αυτόν. Όσο πιο κοντά στον Ήλιο βρίσκεται, τόσο πιο γρήγορα κινείται, και όσο πιο μακριά τόσο πιο αργά. Και η Γη όμως δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα, μια και η τροχιά της γύρω από τον Ήλιο δεν είναι ένας τέλειος κύκλος αλλά μία έλλειψη. Γι' αυτό και η απόσταση της Γης από τον Ήλιο στη διάρκεια του έτους δεν είναι σταθερή αλλά κυμαίνεται από 147 έως 152 εκατομμύρια χιλιόμετρα. Η Γη φτάνει στην πλησιέστερη απόστασή της από τον Ήλιο, που ονομάζεται «περιήλιο», στις αρχές Ιανουαρίου, και στην πιο απομακρυσμένη της απόσταση, που ονομάζεται «αφήλιο», στις αρχές Ιουλίου. Καθώς λοιπόν η Γη πλησιάζει τον Ήλιο στη διάρκεια του φθινοπώρου και στις αρχές του χειμώνα, η τροχιακή της ταχύτητα αυξάνει. Στο περιήλιο η ταχύτητα περιφοράς της Γης γύρω από τον Ήλιο φτάνει περίπου τα 31 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο, ενώ καθώς απομακρύνεται από τον Ήλιο την άνοιξη και το καλοκαίρι η ταχύτητά της ελαττώνεται και στο αφήλιο φτάνει περίπου τα 28 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο. Το γεγονός αυτό επηρεάζει το χρόνο ανάμεσα σε δύο διαδοχικά περάσματα του Ήλιου από το Μεσημβρινό, από δύο διαδοχικά δηλαδή μεσημέρια. Γι' αυτό η εναλλασσόμενη τροχιακή ταχύτητα της Γης μας είναι ο κύριος λόγος που κάνει τον Ήλιο να μην είναι ο τέλειος χρονομέτρης για τον άνθρωπο. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, η λύση του προβλήματος είναι η «εφεύρεση» ενός φανταστικού Ήλιου που δεν επηρεάζεται από την τροχιακή ταχύτητα της Γης. Ο φανταστικός αυτός Ήλιος ονομάζεται μέσος Ήλιος και η ημέρα όπως έχει καθοριστεί σήμερα βασίζεται σ’ αυτόν τον μέσο Ήλιο, γι' αυτό και ονομάζεται μέση ηλιακή ημέρα».
Ο πραγματικός ή αληθινός Ήλιος, στη διάρκεια ενός έτους, φτάνει να είναι καθυστερημένος στο ημερήσιο ραντεβού του με το Μεσημβρινό, ή ακόμη και να προτρέχει αυτού, έως και 16 λεπτά. Η διαφοροποίηση αυτή είναι κάθε χρόνο η ίδια για κάθε ορισμένη ημερομηνία του έτους, και ονομάζεται εξίσωση του χρόνου. Έτσι αν κατά τη διάρκεια ενός έτους φωτογραφίζαμε τον Ήλιο το μεσημέρι, κάθε μερικές ημέρες με μια φωτογραφική μηχανή που παραμένει στημένη στην ίδια πάντα θέση, και αποτυπώναμε τις εικόνες αυτές πάνω στην ίδια φωτογραφική πλάκα, οι διαδοχικές εικόνες του Ήλιου θα σχημάτιζαν ένα παράξενο σχήμα με την μορφή του αριθμού «8».
«Το ίδιο αυτό σχήμα το βλέπουμε μερικές φορές αποτυπωμένο στις επιτραπέζιες γήινες σφαίρες, τοποθετημένο στη μέση περίπου του Ειρηνικού ωκεανού. Το σχήμα αυτό ονομάζεται ανάλημμα και δεν είναι παρά η θέση του Ήλιου σε σχέση με το Μεσημβρινό, τα «μεσημέρια» των μέσων ηλιακών ημερών. Είναι, δηλαδή, η γραφική αναπαράσταση της εξίσωσης του χρόνου πάνω στον ουρανό. Στη διάρκεια ενός έτους ο αληθινός Ήλιος συμπίπτει με το μέσο Ήλιο μόνο 4 φορές: στις 26 Δεκεμβρίου, στις 16 Απριλίου, στις 14 Ιουνίου, και στις 2 Σεπτεμβρίου. Όλες τις άλλες ημερομηνίες ο αληθινός ηλιακός χρόνος είναι είτε μεγαλύτερος είτε μικρότερος του μέσου ηλιακού χρόνου. Τα ηλιακά, λοιπόν, ρολόγια μας δείχνουν τον αληθινό ηλιακό χρόνο. Αντίθετα ένα κανονικό ρολόι σταθερής ταχύτητας εγκαταλείπει τον Ήλιο ως απόλυτο μετρητή του χρόνου, και παρ' όλο που «βαδίζει» με το μέσο ηλιακό ρυθμό δε μετράει τον ακριβή μέσο ηλιακό χρόνο ενός δεδομένου τόπου. Ένα ρολόι θα μπορούσε φυσικά να μετρήσει επακριβώς το μέσο τοπικό ηλιακό χρόνο μόνο αν ο φορέας του στεκόταν συνεχώς ακίνητος. Γιατί για κάθε παραμικρή μετατόπιση προς τα ανατολικά ή τα δυτικά ο χρόνος διαφέρει. Για να αποφευχθούν όλα αυτά τα μπερδέματα στις μικρές αποστάσεις έχουν καθιερωθεί διεθνώς οι λεγόμενες ωριαίες άτρακτοι. Κάθε μία τέτοια άτρακτος ή ζώνη έχει πλάτος 15 μοιρών, αν και μερικές φορές είναι ακανόνιστες και διορθώνονται για πρακτικούς λόγους σύμφωνα με τα σύνορα μιας χώρας. Έτσι ο χρόνος μέσα σε ολόκληρη τη ζώνη θεωρείται ότι ισοδυναμεί με το μέσο τοπικό ηλιακό χρόνο του κέντρου της ζώνης. Ένα μηχανικό ρολόι λοιπόν δε μετράει το μέσο ηλιακό χρόνο, αλλά απλώς εντοπίζει το χρόνο που έχουμε κοινά αποδεχτεί και καθιερώσει με βάση την συνεχή εναλλαγή νύχτας και ημέρας».
ΠΗΓΗ:http://www.enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου